ΘΑΛΑΣΣΙΝΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ



17 Απριλίου1957
Μ. Τετάρτη σήμερα στην μέση του Ατλαντικού, ανάμεσα στις Αζόρες και στις Καναρίους Νήσους. Κοντεύουν μεσάνυχτα. Ο ουρανός σκεπασμένος με σύννεφα, σκεπάζει κι αυτός με την σειρά του ολάκερο τον ωκεανό. Μερικά του δάκρυα πέφτουν στο κατάστρωμα και στο ήρεμο πρόσωπο του πελάγους. Απλώνω το χέρι μου και ένα δάκρυ πέφτει και στην δική μου παλάμη. Άπνοια. Το κύμα βουβό, μουντό και άσπαστο, φουσκώνει τη μια στιγμή και καταλαγιάζει την επόμενη ντροπιασμένο λες, για τα όσα έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται. Κι’ εγώ, ένας απλός μούτσος ακουμπισμένος στη κουπαστή σκέφτομαι…
Σκύβω το κεφάλι μου και βλέπω τη πλευρά του πλοίου. Ένα γρήγορο ποτάμι γδέρνει τη λαμαρίνα καθώς τρέχει προς την πρύμη φωσφορίζοντας που και που. Κόσμοι άγνωστοι, βουνά, χαράδρες και κοιλάδες, μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω. Ζώα, φυτά, ζωή και θάνατος μπερδεμένα ταξιδεύουν κι’ αυτά μέσα στα σκοτάδια της ακινησίας του βυθού και τις μεγάλες πιέσεις του. Πως τα καταφέρνουν και ζουν μέσα σε τέτοιες συνθήκες; Γιατί ζουν αφού το φως του ήλιου δεν πρόκειται να το ιδούν ποτέ; Ποιος είναι ο σκοπός της ζωής τους; Και εμείς ανυποψίαστοι ταξιδιώτες περνάμε από πάνω τους, ανεβαίνοντας βουνά και κατεβαίνοντας χαράδρες, χωρίς να παίρνουμε είδηση για τίποτα.
Σηκώνω το κεφάλι και το βλέμμα μου πέφτει μακριά στον ορίζοντα. Ένα μικρό αμυδρό φωτάκι τρεμοσβήνει στο βάθος. Κάποιο άλλο καράβι, κάποιες άλλες ζωές εκεί μέσα, με πολλά όνειρα, με πολλές ελπίδες, με πολλά βάσανα. Ταξιδεύει κι αυτό. Για πού; Σηκώνω τα μάτια μου προς τον συννεφιασμένο ουρανό. Άλλα μυστήρια, άλλοι κόσμοι, άλλη άψυχη, αρμονική κι απέραντη δραστηριότητα πέρα απ’ τα σύννεφα. Μια άλλη διάσταση ζωής. Ζωντανά είναι όλα. Ζωντανός ο βυθός που στην ανοιχτή παλάμη του κρατά τον ωκεανό με όλα τα υπάρχοντά του, ζωντανός ο ωκεανός που το πρόσωπό του γρατζουνάει το καράβι, ζωντανό το βουβό κύμα, ζωντανό το καράβι, ζωντανή η Γη, ζωντανά τα νυσταγμένα σύννεφα, το φεγγάρι, τα αστέρια. Σφιχτοδεμένα ταξιδεύουν όλα τους και όλοι μας.
Που τελικά πάμε; Ποιος μας κυβερνά και μας κατευθύνει; Χάνομαι στα ταξίδια της σκέψης μου. Καπετάνισσα κι αυτή πλοιαρχεί πότε στα ξέγνοιαστα κρουαζιερόπλοια της καρδιάς, πότε στα εμπορικά πλοία της καθημερινότητας και πότε στα πολεμικά της επιβίωσης.
Τι είναι η σκέψη μου; Γιατί σκέφτομαι; Τι είναι τέλος πάντων αυτό το μάτι μου που μπορεί να χωράει ολόκληρο ουρανό;
Τι είναι το μυαλό μου που από τον ανεξιχνίαστο βυθό ανέβηκε στον ουρανό;
Κι’ εγώ αλήθεια ο μούτσος ποιος είμαι; Τι είμαι; Είμαι τίποτα; Είμαι κάτι; Είμαι κόσμος; Είμαι ταξιδιώτης στα σκοτάδια ενός βυθού παρόμοιου με αυτόν που βρίσκεται κάτω από την γάστρα του πλοίου, κάτω από τα πόδια μου; Είμαι μια στιγμιαία αναλαμπή φωσφόρου που έρχεται από το τίποτα και χάνεται στο τίποτα; Ταξιδεύω στο βυθό της άγνοιας και στις φοβερές πιέσεις, του πως, του γιατί, του από πού, του για πού, της ζωής και του θανάτου; Είμαι το σύμπαν για μένα και το τίποτα για το τίποτα. Κι’ όμως υπάρχω μαζί με το πιο ασήμαντο.
Κι αφού υπάρχω εγώ και το ασήμαντο, δεν μπορεί παρά να υπάρχει και Εκείνος. Ο Ένας, ο Μοναδικός, ο Δημιουργός όλων όσων καταλαβαίνω και όσων δεν καταλαβαίνω.
Μ. Τετάρτη στις 17 Απριλίου 1957...
Ο Δημιουργός των πάντων είχε ήδη σταυρωθεί προ πολλού, για χάρη του μούτσου, χωρίς αυτός να το γνωρίζει, χωρίς να Του το ζητήσει και όλα ζωντάνεψαν και όλα γέλασαν στον ξάστερο πασχαλινό ουρανό του σήμερα και της αιωνιότητας…για τον μούτσο….
Το μόνο που χρειάστηκε ήταν ένα δάκρυ του να πέσει στην πληγωμένη παλάμη του Ιησού, δια του Οποίου τα πάντα έγιναν. Ο μούτσος ενός καραβιού τύπου Λίμπερτυ σκέφτονταν στην μέση του Ατλαντικού, ανάμεσα στις Αζόρες και στις Καναρίους Νήσους, και ο Καπετάνιος του Σύμπαντος τον έβλεπε, προ καταβολής κόσμου, και σχεδίαζε με το ακριβό κόστος του Αίματός Του, το διαστημόπλοιο της Σωτηρίας του.
Το ταξίδι συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ήδη τα φώτα των Καναρίων Νήσων, των Νήσων των Μακάρων, φαίνονται όλο και περισσότερο, πιο ζωηρά, πιο καθαρά, πιο σίγουρα. Εκεί είναι το σπίτι του Πατέρα του Ιησού, εκεί και τα οικήματα των πιστών Του, όλων εκείνων που κάποιο δάκρυ τους, έπεσε στην πληγωμένη παλάμη του Μονογενή Υιού του Θεού. Αφού υπάρχει και ζει Εκείνος ο Γιος, θα ζήσει κι ο μούτσος στη διάσταση της αιωνιότητας μαζί Του στον κόσμο της Χάρης και της Αγάπης Του.

Αλέξανδρος Δαδάος.
27.2.2013
Αρχή της σελίδας Αρχή της σελίδας dadaos@epean.org

Αρχική σελίδα Home