ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ«ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΓΙΟΜΑΤΟ ΕΙΔΗΣΕΙΣ»Αθήνα, άνοιξη 1985Όπου σάλος και κακοκαιρία σωσίβιο πέτα στο φιλί και στην αγάπη Και μεταμοσχευμένη η καρδιά μου, πάλι τα ίδια πράγματα θα λέει (4.676 KB) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ(Οι αριθμοί αντιστοιχούν στις σελίδες του πρωτοτύπου)
σωσίβιο πέτα στο φιλί και στην αγάπη Βοήθεια Κουράστηκα να είμαι αυτός ο πάντα ίδιος μέσα στο ίδιο όνειρο στο ίδιο πρόσωπο στην ίδια ταυτότητα. Ελεημοσύνη πλαστογράφοι. κατάματα τον ήλιο Καρδιά μου ασύμφορη Οι άνθρωποι που τρέχουνε βιαστικά με μιά μασχάλη εντολές για να ταριχευτούν. Οι άνθρωποι με την ορχιδέα στο πέτο με τις κεραίες στο κεφάλι που πίνουνε για να χλευάσουν τη νομιμότητα τους... αυτοί δε θα το μπορέσουν να περιγράψουν με ακρίβεια τις χαρακιές στό πρόσωπο σου καρδιά μου χαδιάρα και ασύμφορη καρδιά μου της καισαρικής τομής που απ' την ώρα που γεννιόσουν φώναζες... ΠΡΟΣΟΧΗ ΥΑΛΙΚΑ. κράτα τους άλλους σε μια ανθρώπινη απόσταση Ακου φίλε Εγώ την ενοχή μου ονοματίζω ερεθισμό εσύ την πλάνη σου περιπέτεια. Εγώ για να συντηρηθώ της αγάπης τρόπαια υποθηκεύω εσύ φέτες κόβεις στο πρωϊνό την ηδονή του κινδύνου σου. Εγώ καταμεσίς στην καταιγίδα την Άνοιξη στοιχηματίζω εσύ σε θερμοκήπια Δον Κιχώτης νέους εχθρούς ανακαλύπτεις. Εγώ της αρμονίας κήρυκας εσύ της αντίθεσης τάμα εγώ δαχτυλίδι σου κι εσύ έκοψες το δάχτυλο. Φίλε αν στην ήρεμη αγιοσύνη μου ενταχθείς κι αν εγώ θρηνήσω τους Ανεμόμυλους που σου επιτέθηκαν τότε απ' την ομορφιά του κόσμου τι θ' απομείνει. αν όλοι σου μοιάζαμε Ημισφαίριο Νότια ειδυλιακά τοπία προγράμματα βοηθείας Κρανίου τόπος. Ορατότης όχι καλή θνησιμότης ονείρων υψηλή ταξιδεύω. Εφέτος που θα λάβει χώρα η Αποκαθήλωσή μου. και υπόθέση γεωγραφική Η νίκη της ήττας Στην κώχη των πάγων μ' ένα γυαλί στο χέρι να προσπαθείς ν' ανάψεις το τσιγάρο σου. Στο μάτι της θύελλας να μετράς τους απόντες και να τραγουδάς το αύριο. Με λέξεις καρπερές της ματωμένης σου αισιοδοξίας τη χέρσα γη να σπέρνεις. Σε ώρες εκκρεμότητας όρθιος να μένεις κι ας λειώνεις μόνος στης απόφασης τον πυρετό. Να βλέπεις τα πράγματα κι απ' την αθέατη πλευρά γεωμετρικά κάθετα αντίστροφα κι οι άλλοι να σε φωνάζουνε αλλοίθωρο και πρόσωπο απροσάρμοστο. μόνο μέσα στα πλήθη Χτες και αύριο Πάλι με κυκλώνουν οι σκιές. Κι εγώ το τόσο δα πάνω στη γη με το όποιο δέρμα άσπρο μαύρο ερυθρό ο παντογνώστης και ο ανίδεος ο πανίσχυρος και ο ανήμπορος ο κλόουν ο κλόουν ο κλόουν μ' όλη τη μαεστρία της τέχνης μου αρχίζω την αναπαράσταση του Αιώνιου. Αρχίζω μπροστά τους την επανάληψη να γυρίζω δηλαδή δειλά - δειλά σκηνές απ' τη μελλοντική δολοφονία μου. Θεέ μου με σπατάλησες Στοιχεια ταυτότητας Τα μάτια μου κύριοι. Προσέχτε τα μάτια μου στης πέτρας το βαθύ μεσημέρι φωτιές ανάβουν και τα βράδια σε καθρέφτες κοριτσιών μακιγιάρονται. Νόμισμα με μιά πλευρά η καρδιά μου. Αδιατίμητο αζήτητο υλικό μη εμπορεύσιμο στις αγορές του κόσμου. Η καρδιά μου. Και το κεφάλι μου κύριοι. Το κεφάλι μου το ξερό που μέσα του με κοντάρια και αίματα τα πρέπει και δεν πρέπει χτυπιούνται δεν κάθησε ποτέ του να μάθει συνταγές και προγράμματα. Δεν λέω πως είμαι ελεύθερος για να μη φανώ αφελής. Όμως είμαι ένα Δόγμα με ατέλειες ένας Μύθος παγκόσμιος. Σκαλίζω τον κήπο μου της αγάπης ιστορίες διηγούμαι στα χαρτιά το γείτονα μου κλεβω στις κηδείες πηγαίνω. Είμαι ένας άνθρωπος HOMO CORAZON κύριοι και χαμένος ο κόπος για την απομυθοποίηση μου. μετριέται η ζωή Μικρή ιστορία Ακούστε παιδιά — απ' τον πάσσαλο και δω είναι δικός μου ο καρπός — κι έτσι καθώς δεν ήξερα το νόμο της βαρύτητας σήκωσα πέτρα. Και η πέτρα κατά την κεφαλή μου γύρισε. Πάπυρος χαρτί μελάνι μάχες για τη μοιρασιά κι ύστερα λοιπόν παιδιά αίλουροι και σχοινοβάτες κάνουμε ότι πέφτουμε κι όλο όρθιοι είμαστε. Φωτιές ανάβουμε — νερό φωνάζουμε και στα βράδια του Θεού σου φιλώ το πρόσωπο μου φιλάς το χέρι. καλά τα καταφέραμε Εν ορυχείοις ευλογείτε το Θεό Κίτρινος είναι ο χρυσός κίτρινος κι ο πυρετός. Αργοναύτες μετανάστες οπλοφόροι κωπηλάτες σταυροφόροι μου πιστοί και καλοί μου σκαπανείς ποιος απ' όλους σας θα βρει το χρυσόμαλλο δέρας. τι μέταλλο αγάπησα TRANSITO Περιπατητής των θαλασσών και της ασφάλτου τρωκτικό των βυθών και των αερολιμένων λίγο ξένος λίγο γνωστός κάτι από σας και κάτι απ' τους άλλους καθημερινός ταξιδιώτης με τρύπια παλάμη απ' τις σταγόνες των ναών. Ξέφραγο σύνορο υπόγειο όνειρο καράβι των πόλεων είμαι με μπερδεμένο στίγμα κι όλο φεύγω με το τελευταίο σήμα της αστραπής κι όλο επιστρέφω με το πρώτο μου δάκρυ. στην κυκλική τροχιά σου συναντιούνται Εορτολόγιο Έτος της υγείας και του παιδιού το άλλο της χελώνας και της μαϊμούς. Έτος της ειρήνης και της μαμάς και τ' άλλο που -θα έρθει είναι της συμφοράς. Γιορτή γυναίκας και λουλουδιών έτος Λεόντων και αυτουργών έτος αχρήστων έτος αγεννήτων έτη αναπήρων και τυφλών ατέλειωτος ο αιώνας των ηθοποιών. Προς Θεού λοιπόν παιδιά μη με ξεχάστε εδώ να στις δώδεκα Φλεβάρη έχω κι' εγώ γενέθλια. στην τάξη των πραγμάτων Τα λάθη μου Τα λάθη της κάθε μέρας μου τραύματα και τρόπαια μου μεγάλα και ασήμαντα αιώνια και επαναλαμβανόμενα ασπίδες που θωράκησαν την Αχίλλειο πτέρνα μου τ' αγαπώ σαν παιδιά μου. Κάτω τα χέρια. ότι δεν είναι καθήκον Ορθοδοξία Αι γενεαί πάσαι... κι ο Επιτάφιος μοσχοβολά Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια... και η Πόλη έπεσε. Σημαίες και λάβαρα λιτανείες και επινίκεια γιομίζουν τα μάτια μου ουρανό το χέρι δώστε μου. Η παρθένος σήμερον... με οπτασίες και ήχους και το μάτι της Μέδουσας σε κάθε μου βήμα. Χριστός Ανέστη ψυχή μου χτεσινή Αληθώς Ανέστη βήμα μου κουρασμένο στις επώνυμους λεωφόρους των χριστιανών και στα γυάλινα κτίρια των ανωνύμων εταιριών. Με μύρα και λίβανο με Σταυρό και φοβέρα με μια εικόνα του Αη Γιώργη καβάλα στο αλογάκι της θάλασσας η Ορθοδοξία παντού μ' ακλουθά και με κυκλώνει. Ποτέ μου δε λυτρώθηκα. ό,τι μικρός είδες και άκουσες Ταξίδι Αγαπώ τους σταθμούς βαθειά στις καρδιές. Αγαπώ το τοπίο το καπέλλο του ήλιου την κόρη του Λάπωνα φιλώντας το χιόνι το βόρειο σέλας που με φως με σημαδεύει. Αγαπώ το ταξίδι το δέντρο που στάζει και με καλεί το ποτάμι που δεν με περιμένει τους άδειους ναούς του Κυρίου που κλαίνε γοτθικά το φλαμένγκο του Αμπελάρντο και το πυρωμένο τακούνι του. Αγαπώ τη βαλίτσα μου που μ' έχει μέσα κλειδωμένο. είναι αυτός που δεν ξεμύτησε Δήλωση κατοικίας Προσέχτε τη διεύθυνση μου μένω στον αστερισμό των μικρών Υδροχόων διφορούμενος αιωρούμενος στην ισόβια σιωπή του τοπίου και σας στέλνω ευχές για ένα αύριο καλλίτερο απ' το χτες. Ούτε έλξη και τριβή κανένας κρότος και απειλή ούτε φθορά στην ακοή και είμαι καλά και σας στέλνω φιλιά με τον πιό τρελλό δορυφόρο. Σε αποστάσεις φωτός αναπαυμένος τι έχασα τι περιμένω πάνω και κάτω μου το χάος κάπου πιό πέρα η ενοχή και γύρω - γύρω απ' όλους σας η αδιόρθωτη ελλειπτική τροχιά μου. Μένω στον αστερισμό των μικρών Υδροχόων αφήστε με ήσυχο. καταπολεμιέται η ασφυξία Πρόταση μομφής Κι εσύ που είσουνα αυτό το πλήθος το άμαχο σε χώρες Κυκλώπων. Κι εσύ που είσουνα αυτός ο ακροβάτης σε κλωστή για το καλό της τέχνης ο τσιγγάνος που παρίστανε πως μακιγιάρονται οι βασίλισσες ο υπνοβάτης σε κοιτώνες για να γελούν τα κορίτσια ο βιαστικός χωρίς βήματα στο κενό δύο ανθρώπων... καλοντυμένος περιμένεις τώρα έξω από Ιλίου Μέλαθρα για να εισέλθεις μέσα. μόνο οι δεμένοι γλύτωσαν. Ανθρωπάκο Απαθής και αμέτοχος μεγάλος και ανύπαρκτος και στις σελίδες σου επαναλαμβάνεσαι τεντώνεσαι απελευθερώνεσαι καθημερινά κυκλώνεσαι υπάρχεις δεν υπάρχεις. Και σε κοιτάζω και με κοιτάζεις. Με άδειο το βλέμμα σου με μιά πίκρα στα χείλη με μακρύ το δρόμο σου ως το τέρμα της ήττας. Και σε λυπάμαι και με λυπάσαι έτσι καθώς νομίζεις πως δυνατός και πάνοπλος στήνεις οδοφράγματα πάνω στην άσφαλτο του BOWERY. κι εγώ θα σε προστατέψω απ' τους αδύνατους Πάθηση Ελαττωματικά τα μάτια μου και η βεβαίωση του γιατρού στην τσέπη του παλτού μου. Τόνα μου ακίνητο στον κόλπο των Χοίρων και τ' άλλο μου ζωηρό φωτεινό σαν αχτίδα στραμένο στους αγρούς της Ασίζης. έχει δυο πλευρές Πράξη αυτοκτονίας Αύριο απ' το δέρμα μου θα βγω σπουργίτι άκακο θα γίνω στα καμπανάκια των εκκλησιών στης ελπίδας το πλατύ καπέλλο και στα πικρά χείλη των παιδιών γλυκό του κουταλιού. Αύριο μεθαύριο στους ατμούς του βόρειου σέλας γυμνός θα σκαρφαλώσω και θα στήσω λευκές σημαίες ανακωχής κι ας πέσει η βιομηχανική παράγωγη κι ας μειωθεί η εξαγωγή ουρανίου. ζει τη δικιά του πραγματικότητα Απορία Επτά γράμματα έχει η μ ο ν α ξ ι ά όσες και οι μέρες της εβδομάδας... κι ύστερα κάθεσαι και απορείς γιατί μιά ολόκληρη εβδομάδα δε ρώτησε κανείς πότε πέθανες. FATA MORGANA Πρωί της Κυριακής Στην απάθεια των σαλονιών πίθηκοι κάθονται γιά πρωινό. Στην ερημιά της κατάμεστης πλατείας με τραύματα διαμπερή και τρίτου βαθμού εγκαύματα χορεύουνε τ' αγάλματα... κι απ' το καμπαναριό της εκκλησίας ντυμένη στ' άσπρα η ελπίδα σκύβει κι απειλεί πως θα φιλήσει την άσφαλτο. καλλίτερα ο καιρός Ο καθρέφτης Ένας παλιοκαθρέφτης με κάποια ιστορία στοιχιωμένος και τρελλός. Ο καθρέφτης μου. Πότε με έδειχνε ωραίο και πότε συμπαθητικό κι άλλοτε πάλι τέρας καιροσκόπο ψεύτη και δειλό σκληρό Κονγγισταντόρ. Τον έκανα κομμάτια χτες το βράδι κι αιμοραγούν οι φλέβες μου. για να ελπίζεις σε απόδραση Της γυνής και της θάλασσας Σήμα κίνδυνου Πίεση βαρομετρική πλαγιοπορία με προσοχή τσιγάρο στο τσιγάρο μπατάρει ο καιρός και αποκλίνει το όνειρο. Λάμψη στο βλέφαρο βροντή στο τύμπανο ήρθε η ώρα για το ρεσάλτο παιδιά στην καρδιά του τυφώνα πούχει όνομα θ η λ υ κ ό. Το καράβι της Γραμμής Το καράβι το Αμαρυνθία που χωρίς να με ρωτήσει πήρε απ' την προκυμαία την Αννίτα τη Μάρθα και τη Μάρω επιστρέφει δις της εβδομάδος και σφυρίζει τρεις φορές στα κλειστά τ αυτιά μου. Κι εγώ το πετροβολώ κόντρα πηγαίνω στον καιρό κι όλη τη νύχτα περιμένω τ' άλλα κορίτσια στη γωνιά την Ερασμία την Κλειώ την Ερατώ να τις φιλήσω και να πω πως το Αμαρυνθία βούλιαξε. Συνάντηση Στο περιθώριο είπα να βάλω το φιλί και την αγάπη λες και έφταιξε εκείνο το κορίτσι που έφτασε στα ντοκ του λιμανιού μαζί με την ομίχλη κι είχε κατεύθυνση... για πουθενά. Γυναίκα Είσουνα ωραία το απλανές το αισιόδοξο και το αφηρημένο. Κρατούσες στην αγκαλιά σου μιά λίστα ανδρών και βάδιζες κατά τη θάλασσα του Σαν Μισέλ. Κρατούσες στα μάτια σου τη φωταγωγημένη νύχτα στα δάχτυλα σου ένα τσιγάρο. Κρατούσες στη μνήμη σου γέφυρες πλοίων γήπεδα πισσίνες και στα χέρια σου έπαθλα από ερωτικούς αγώνες. Κρατούσες στα γυμνά σου πόδια την τύχη του χορού. Κρατούσες στα χείλη σου την πίκρα της εναλλαγής τον αύξοντα αριθμό μου και μούλεγες να σ' αγαπώ ως το βράδι. Ένα μπλου τζιν ένα κόκκινο νύχι στο σώμα σου μια χαρακιά μία σχισμή στο φόρεμα σου και τ' όνομα σου Ωκεανία Άβυσσος Γυναίκα και μούλεγες να σ' αγαπώ ως αύριο. Οι ναυαγοί Κι αν τη γαλέρα με υποσχέσεις και αρώματα και διαθέσεις πονηρές μέχρι τα μπούνια τη φορτώσαμε. Κι αν μυστικά για τη μεγάλη περιπέτεια μέσα στη νύχτα ξεκινήσαμε βάζοντας πλώρη κατά κει που βασιλεύει η Αλεξάνδρεια χωρίς ποτέ να φτάσουμε δε χάθηκε ο κόσμος. Έτσι κι αλλιώς την Κλεοπάτρα ποτέ μας δε θα βλέπαμε. αρχίζει απ' τη γυναίκα Στον τροπικό της ζέστης Γιομάτο με παλιές ειδήσεις το καλοκαίρι κι εγώ γυμνός μετράω τι δε μου δώσανε οι καιροί τι μου χρωστάνε. Στον κόσμο ανοιχτό παράθυρο το καλοκαίρι κι εγώ ψάχνω στα βάθη γιά μιά σπάνια πορφύρα που θα με καθιερώσει στη νομοθετημένη ιεραρχία και στην αμείλικτη ηθική των εποχών του έτους. η καρδιά μου πάλι τα ίδια πράγματα θα λέει
|